Μάρτιος 2023

Ἐὰν πρέπει κάποτε νὰ χαίρεται ὁ ἄνθρωπος, νὰ σκιρτᾶ καὶ νὰ ψάλλει μὲ εὐφροσύνη, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Γιατὶ σὰν σήμερα ἔφθασε στὴ γῆ ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀναγγέλοντας τὴν ἀπαρχὴ ὅλων τῶν καλῶν. Σήμερα ὁλόκληρη ἡ κτίση χαίρεται καὶ δὲν μένει ἔξω ἀπὸ τὴ γιορτὴ οὔτε Αὐτὸς ποὺ κρατᾶ στὰ χέρια Του τὸν οὐρανό. Γιατὶ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν σήμερα εἶναι ἕνα πραγματικὸ πανηγύρι.

 

Ἀλλὰ χαίρεται καὶ ἡ Παρθένος, χάρις στὴν ὁποία ὅλες αὐτὲς οἱ δωρεὲς δόθηκαν στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ χαίρεται γιὰ πέντε λόγους. Πρὶν ἀπ’ ὅλα σὰν ἄνθρωπος ποὺ συμμετέχει, ὅπως ὅλοι στὰ κοινὰ ἀγαθά. Χαίρεται ὅμως καὶ γιατὶ οἱ δωρεὲς δόθηκαν σὲ αὐτὴν καὶ πρὶν καὶ ἀφθονότερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους, κι ἀκόμη περισσότερο, γιατὶ αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ οἱ δωρεὲς δόθηκαν σὲ ὅλους. Ὁ πέμπτος ὅμως καὶ μεγαλύτερος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο χαίρεται ἡ Παρθένος εἶναι ὅτι ὄχι ἁπλῶς διὰ μέσου αὐτῆς ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια σὲ ἐκεῖνα ποὺ γνώρισε καὶ προεῖδε, ἔφερε τὴν Ἀνάσταση στοὺς ἀνθρώπους.

Ἡ Παρθένος εἶναι ἐκείνη ποὺ πραγματοποίησε ἡ ἴδια μέσα της καὶ πρόσφερε στὸ Θεὸ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ προσείλκυσαν τὸν Τεχνίτη στὴ γῆ. Καὶ αὐτὰ εἶναι βίος πανάμωμος, ζωὴ πάναγνη, ἄρνηση κάθε κακίας, ἄσκηση ὅλων τῶν ἀρετῶν, σῶμα λαμπρότερο ἀπ’ τὸν ἥλιο, καθαρώτερο ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἱερώτερο ἀπὸ τοὺς χερουβικοὺς ὕμνους. Καὶ ἐνῶ ἡ ἁμαρτία κυριαρχοῦσε σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ γκρέμισε τὰ πάντα, νικήθηκε ἀπὸ μιὰ ψυχή. Καὶ δὲν νικήθηκε μόνο ἀπὸ τὴν Παρθένο, ἀλλὰ χάρις σ’ αὐτὴν ὑποχώρησε κι ἀπὸ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Αὐτὴ ἧταν ἡ συμβολὴ τῆς Παρθένου στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, πρὶν φθάσει ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἔπρεπε ὁ Θεὸς, σύμφωνα μὲ τὸ προαιώνιο σχέδιό Του, νὰ κατέβει στὴ γῆ.

Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ γεννήθηκε οἰκοδομοῦσε κατάλυμμα γιὰ Ἐκεῖνον κατάλληλο, ἀγωνιζόταν νὰ καταστήσει ὡραία τὴν κατοικία τοῦ Θεοῦ, τὸν ἑαυτό της δηλαδή, τέτοια ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ἄξια γιὰ Ἐκεῖνον. Ἔτσι, τίποτε δὲ βρῆκε νὰ κατηγορήσει στὰ ἀνάκτορα ὁ Βασιλιᾶς. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἦρθε ὁ καιρὸς καὶ παρουσιάστηκε ὁ οὐράνιος ἀγγελιοφόρος, πάλι ἔλαβε ἐνεργητικὸ μέρος στὴν Σωτηρία, μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι πίστεψε σὲ ὅ,τι τῆς εἶπε καὶ δέχθηκε νὰ ἀναλάβει τὴν διακονία ποὺ τῆς ζήτησε ὁ Θεός.

Ἂν ἡ Παρθένος δὲν τηροῦσε αὐτὴ τὴν στάση καμμία ἐλπίδα δὲν θὰ ἀπόμενε στοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ἦταν δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ θελήσει νὰ κατέβει στὴ γῆ, ἂν δὲν εἶχε προπαρασκευασθεῖ ἡ Παρθένος, ἂν δηλαδὴ δὲν ὑπῆρχε Ἐκεῖνος ποὺ θὰ τὸν ὑποδεχόταν καὶ θὰ μποροῦσε νὰ διακονήσει τὴν Σωτηρία. Καὶ αὐτὸ γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὸ ὅτι ὅση ὤρα ἡ Παρθένος ζητοῦσε νὰ μάθει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο θὰ γινόταν ἡ κυήση ὁ Θεὸς δὲν κατερχόταν. Ἐνῶ, τὴν στιγμὴ ποὺ πείσθηκε καὶ δέχθηκε τὴν πρόσκληση, ὁλόκληρο τὸ ἔργο, μὲ μιᾶς πραγματοποιήθηκε. Ὁ Θεὸς πῆρε ἐπάνω Του σὰν ἔνδυμα τὸν ἄνθρωπο καὶ ἔγινε Μητέρα τοῦ Κτίστου ἡ Παρθένος. Ἡ Παρθένος δὲν ἐνδιαφέρθηκε νὰ ρωτήσει ἂν ἡ ἴδια εἶναι ἱκανὴ καὶ κατάλληλη γιὰ μιὰ τόσο ὑψηλὴ διακονία, ἀλλὰ ἐκπλήσσεται γιὰ τὰ θαυμάσια ποὺ ἐπέρχονται στὴν φύση, ρωτᾶ ἂν ἡ φύση θὰ συμμορφωθεῖ καὶ μὲ ποιόν τρόπο καὶ ἀντιπαρέρχεται κάθε τι ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν δική της προπαρασκευή. Καὶ ὅταν ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ τῆς ἀνακοίνωσε τὸν τρόπο τῆς παράδοξης κυοφορίας, λέγοντάς της πὼς «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι» (Λουκ. α´ 28), τότε μὲ γλῶσσα μακαρία, μὲ ψυχὴ καθαρὴ ἀπὸ ἀνησυχίες, εἶπε τὸ «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκ. α´ 38). Καὶ ἀμέσως «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν. α΄ 14).

Γι’ αὐτά της τὰ λόγια ποιὰ εὐχαρίστηση θὰ ἦταν ἄξια νὰ τῆς προσφερθεῖ ἀπὸ ἐμᾶς; Πῶς νὰ προσφωνήσουμε Αὐτὴ ποὺ δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀντάξιό Της ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους; Ἂν, λοιπόν, χρειάζεται νὰ Τῆς προσφερθοῦν τιμητικοὶ λόγοι, αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι ἔργο Ἀγγέλων, γι’ αὐτὸ καὶ καταλήγουμε στὴν προσφώνηση τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ, ἀφοῦ θυμηθήκαμε ὅσο μπορούσαμε τὰ κατορθώματά Της: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ» (Λουκ. α΄ 28). Καὶ δώσε μας Παρθένε, ὄχι μόνον νὰ μιλᾶμε γιὰ ὅσα φέρουν τιμὴ καὶ δόξα στὸν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ σ’ Ἐσένα·ποὺ Τὸν γέννησες, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόζουμε. Προετοίμασέ μας, δηλαδή, νὰ γίνουμε καὶ ‘μεῖς οἰκητήρια δικά Του. Ἀμήν.

Ἐπιλογὴ καὶ ἐπιμέλεια κειμένου: Πρωτοπρ. Σάββας Γεωργιάδης