«Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν Λαοί (νὰ χαιρόμαστε παντοτινὰ καὶ μὲ βεβαιότητα),
ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωήν, καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ᾂδοντας.»

«Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις, καὶ ὀψόμεθα, τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς ἀναστάσεως,
Χριστὸν ἐξαστράπτοντα, καί, Χαίρετε, φάσκοντα, τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ᾄδοντες».

«Αὕτη ἡ κλητὴ καὶ ἁγία ἡμέρα, ἡ μία τῶν Σαββάτων, ἡ βασιλὶς καὶ κυρία, ἑορτῶν ἑορτή,
καὶ πανήγυρις ἐστὶ πανηγύρεων, ἐν ᾗ εὐλογοῦμεν, Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας.»

Ἑορτάζεται ἡ τροπαιοφόρα νίκη τῆς ζωῆς κατὰ τοῦ φοβεροῦ θανάτου. Ἡ ἑορτὴ εἶναι κυρίως πνευματική. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ γεμίζει τὴν καρδιὰ φῶς, τὴν ψυχὴ ἀγαλλίαση, τὸν νοῦ αἰσιοδοξία, τὴ ζωὴ νόημα.
Ὁ κάθε πιστός, κατὰ τὸν κορυφαῖο ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο, ἀποφασίζοντας ἐλεύθερα νὰ μισήσει τὴν ἁμαρτία, ἀφήνεται στὸ καθαρτικὸ λουτρὸ τῆς μετανοίας μὲ γλυκὰ καὶ χαροποιὰ δάκρυα καὶ μὲ καρδιὰ ταπεινωμένη, συμμετέχει μὲ λαχτάρα, καὶ φιλότιμο στὴν ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία καὶ τὴν Θεία Εὐχαριστία, κι ἔτσι ἑνώνεται μὲ τὸν ἀναστάντα Χριστὸ θαυματουργικά καὶ ἀναγεννᾶται.

Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ γίνεται μέσα στό καθένα ἀπό μᾶς τούς πιστούς καί αὐτό ὄχι μία φορά, ἀλλά συνεχῶς ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης Χριστός ἀνασταίνεται μέσα μας, λαμπροφορῶντας καί ἀπαστράπτοντας τίς ἀστραπές τῆς ἀφθαρσίας καί τῆς θεότητος, μὲ τὸ νὰ μᾶς ὑποδεικνύει ἡ φωτοφόρα παρουσία τοῦ Πνεύματος, ἡ ὁποία ὁπωσδήποτε φανερώνεται πνευματικῶς, τήν ἀνάστασή Του ἤ καλύτερα μᾶς ἐπιτρέπει νά βιώνουμε τόν ἴδιο τόν Ἀναστάντα Κύριο.

«Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου».

 

Κυριακὴ τῶν Βαΐων σήμερα καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν θριαμβευτικὴ καὶ ἐπιβλητικὴ εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἂν στὸ πρῶτο μέρος τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ἡ προσπάθειά μας ἀποσκοποῦσε στὴν κάθαρση τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς μὲ τὴ νηστεία, τὴν προσευχή, τὴ συμμετοχή μας στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τώρα πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι αὐτὴ ἡ κάθαρση δὲν εἶναι αὐτοσκοπός.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ ἁγίου Λαζάρου προεικονίζει ἤδη τὴν Ἀνάσταση τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἐνῶ μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ὅτι τὸ Σάββατο εἶναι ἡ ἀνάμνηση τῶν ἀπανταχοῦ κεκοιμημένων, τὸ Σάββατο αὐτὸ τοῦ ἁγίου Λαζάρου ἑορτάζεται ὡς μία ἀναστάσιμη ἡμέρα. Μᾶς προετοιμάζει νὰ κατανοήσουμε τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ ἀπέναντι στὸν αἰώνιο ἐχθρό, τὸν ἄδη. Ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος Λάζαρος, ἀποτελεῖ τὴν προσωποποίηση τοῦ κάθε ἀνθρώπου καὶ ἡ Βηθανία, ὅπου βρίσκεται τὸ σπίτι του, σύμβολο ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης, ὁ τόπος ὅπου κατοικεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος.

Δὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἀναφερθῆ εἰς τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸ ἀπολυτρωτικό Του ἔργο, καθὼς καὶ τὴν Ἐκκλησία, χωρὶς παράλληλα νὰ ἀναφέρει καὶ τὴν Εὐλογημένη, τὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ μητέρα ὅλων μας, τὴν Παναγίαν, ἀφοῦ τὰ πάντα συνδέονται τόσο μεταξύ τους.

Σὲ ὁποιαδήποτε ἔκφραση λατρείας στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ κυρίως τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς ἀκολουθίες αὐτῆς τῆς περιόδου γίνεται ἰδιαιτέρα ἀναφορὰ εἰς τὴν Παναγίαν μας, μὲ δεσπόζουσα κάθε ἑβδομάδα τὴν πολὺ σεβαστὴ καὶ ἀγαπητὴ ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν.
Ἀλλὰ ἡ πλέον κυρίαρχος ἑορτὴ αὐτῆς τῆς περιόδου πρὸ τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου ποὺ εἶναι Δεσποτικοθεομητορικὴ ἑορτή, ἐπειδὴ ἀναφέρεται καί στὸν Δεσπότη Χριστὸ καί στὴν Παναγία, Μητέρα Του καὶ μητέρα ὅλων μας.

Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν ἑορτῶν. Ἡ λέξη «εὐαγγελισμὸς» ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο ἐπὶ μέρους λέξεις, ἤτοι εὖ καὶ ἀγγελία, καὶ δηλώνει τὴν καλὴ εἴδηση, τὴν καλὴ ἀγγελία, τὴν σωτηρία ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὅπως δηλώνουμε ψάλλοντας τὸ ἀπολυτίκιον τῆς ἑορτῆς: