Ὁμιλία 25/10/2022
Στὴν πρώτη συνάντηση εἴχαμε ἀναγγείλει ὅτι, τὶς Τρίτες ποὺ δὲν θὰ ἔχουμε προσκεκλημένο ὁμιλητή, ὅτι θὰ προσπαθήσουμε μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, μέσα ἀπὸ τὰ γραπτά του νὰ κατανοήσουμε, ὅσο εἶναι δυνατὸν τὴν εὐαγγελικὴ «καινότητα» τῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράζεται στὴ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου.
Εἶναι λίγοι καὶ μεταξὺ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς ἔχει δοθεῖ τὸ ἐπώνυμο τοῦ Θεολόγου. Μετὰ τὸν ἀπόστολο καὶ εὐγγελιστὴ Ἰωάννη τὸν Θεολόγο καὶ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ἡ ζωντανὴ Ὀρθόδοξη Παράδοση ὀνόμασε τὸν ὅσιο Συμεών, Νέο Θεολόγο.
Περὶ τοῦ ἁγίου Συμεὼν πολλὴ συζήτηση ἐγένετο ἤδη καὶ ἀπὸ τοὺς σύγχρονούς του καὶ ὁ θαυμάσιος βίος του εἶναι γραμμένος ἤδη ἀπὸ τὸν μαθητή του Νικήτα Στηθάτο. Ὅμως πολὺ περισσότερα στοιχεῖα γιὰ μιὰ ἐσωτερικὴ βιογραφία τοῦ Ἁγίου, μᾶς παρέχουν τὰ θεόπνευστα ἔργα του.
Ὁ ἅγιος Συμεὼν ζοῦσε σὲ μιὰ ἐποχὴ τοῦ Βυζαντίου ποὺ ὁμοιάζει λίγο μὲ τὴν ἐποχή μας, ὅπου ἡ πνευματικὴ ζωὴ κινδυνεύει νὰ τυποποιηθεῖ σὲ μιὰ ρουτίνα καὶ στασιμότητα καὶ νὰ ξεχασθῆ ἡ εὐαγγελικὴ «καινότης», ἡ πάντοτε νέα, ἡ δυναμικὴ καὶ κεχαριτωμένη ἐν Χριστῷ ζωὴ διὰ τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Γνωστοί μας Ἅγιοι μὲ ἐσωτερικὴ πνευματικὴ ζωὴ - εὐαγγελικῆς καινότητος, ὑπῆρξαν μεταξὺ πολλῶν ἄλλων ἐπωνύμων καὶ ἀνωνύμων ὁ ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ καὶ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης. Αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ ἀναφέρω ὅτι ὁ γνωστὸς καὶ ἀγαπήσας ἰδιαιτέρως τὴν ἐνορία μας π. Γεράσιμος, ὁ ἐκλεγὴς καὶ μὴ ἐνθρονισθὴς μητροπολίτης Κεφαλληνίας, εἶχε ἐσωτερικὴ πνευματικὴ ζωή.
Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος γεννήθηκε τὸ 949 στὴν Γαλάτη τῆς Παφλαγονίας (Ἀσία) καταγόμενος ἀπὸ τάξη εὐγενῶν καὶ σὲ ἡλικία ἕντεκα χρονῶν ἔρχεται στὴν Κων/πολη γιὰ νὰ σπουδάσει, ὑπὸ τὴν κηδεμονία τοῦ θείου του Βασιλείου, ἀλλὰ ἀρνεῖται τὴ συνέχιση τῆς σπουδῆς του σὲ ἀνώτατες σχολές, ἐξ αἰτίας τῆς ἄτακτης νεανικῆς του ζωῆς, ὅπως ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ: Γεώργιος τίς, νέος τὴν ἡλικίαν, οἰκῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει, ὡραῖος τῷ εἴδει καὶ φαντασιῶδες τὸ τὲ σχῆμα καὶ τὸ ἦθος κεκτημένος καὶ ὡς ἐκ τούτου ὑπολήψεις πονηρὰς ἔχειν... Καὶ σ’αὐτὸ τὸ σημεῖο κάναμε νήξει, πόσο ἐπικίνδυνο εἶναι τὸ γοηλίκη, ἡ θρασύτητα, ἡ πρόκληση, ἡ ἐπίδειξη, ἡ ἐπιπολαιότητα καὶ, τώρα τελευταία, τὸ μπλέξιμο μὲ τὸ διαδύκτιο καὶ τὰ ἡλεκρονικὰ παιχνίδια.
Φαίνεται ὅμως ὅτι ἡ κατάστασή του αὐτὴ τὸν ἄφηνε βαθιὰ ἀνικανοποίητο καὶ γράφει ἀργότερα ἀναπολώντας αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς ζωῆς του: «Εὐχαριστῶ σοι, Δέσποτα, τῆς σῆς δεσποτείας ἀποσκιρτήσας, ἀπέρριψα εἰς κρημνὸν ἐμαυτόν, ἀλλὰ διὰ σπλάγχνα ἐλέους Σου κακεῖθεν μὲ ἀνήγαγες». Καὶ ἐπιμένει νὰ παρακαλεῖ τὸν Θεὸν ἐν μετανοίᾳ λέγοντας: «Κύριέ μου, ἐλέησόν με» καὶ ἀναζητῆ ἕναν φωτισμένο ἄνθρωπο νὰ τὸν βοηθήση.
Τελικὰ βρῆκε τὸν ἅγιο ἄνθρωπο ποὺ ζητοῦσε, στὸ πρόσωπο τοῦ Συμεὼν τοῦ Εὐλαβοῦς, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε γιὰ μελέτη τὸν «Πνευματικὸ Νόμο» τοῦ Μάρκου, ἀσκητικοῦ συγγραφέα (τοῦ 5ου αἰῶνα).
Ἰδιαίτερη ἐντύπωση τοῦ προκάλεσε ἡ φράση: Ζητῶν θεραπείαν, ἐπιμέλησαι τῆς συνειδήσεως καὶ ὅσα λέγει ποίησον καὶ εὑρήσεις ὠφέλειαν. Καὶ οὐδέποτε ἔκτοτε ἐκοιμήθη, ἐλεγχούσης τῆς συνειδήσεως, καὶ παρακαλῶν τὸν Κύριο καὶ τὴν Παναγία Μητέρα Του, μετὰ πολλῶν δακρύων.
Καὶ ἐδῶ καὶ πάλιν εἶναι ἀφορμὴ νὰ προβληματισθοῦμε καὶ ἐμεῖς πόσο κάθε στιγμὴ ἢ τουλάχιστον κάθε βράδυ πρὶν κοιμηθοῦμε ἂν κάνουμε συνειδησιακὰ κάποιο ἀπολογισμὸ καὶ ἀκολουθῆ προσευχὴ κατανυκτική.
Αὐτὴ ὅμως ἡ πρώτη περίοδος τοῦ ἔνθεου ἐνθουσιασμοῦ καὶ τοῦ μυστικοῦ φωτισμοῦ δὲν κράτησε πολὺ καὶ ὁ νέος μας ξαναγύρισε στὴν κοσμικὴ καὶ ἄστατη ζωὴ ποὺ ζοῦσε πρίν, ὅπως ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ: «Εἰς πλείονα δὲ μᾶλλον κακὰ, ὑπὲρ τὰ συμβάντα μοὶ πρώην περιέπεσον. Ἀλλὰ καὶ τὸν ἅγιον ἐκεῖνον, τὸν τότε μὲ ἐλεήσαντα, ὡς ἕνα τῶν τυχόντων ἀνθρώπων ἔβλεπον».
Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Συμεὼν ὑπῆρξε ἁμαρτωλός, ἀλλὰ ὄχι ἀσεβῆς καὶ ἀποστάτης, - ὅπως ἐμεῖς στὶς περισσότερες περιστάσεις καὶ τὸν περισσότερο καιρό -, διότι παρ’ ὅλη τὴν ἄστατη ζωὴ ἀπὸ τὴν ὁποία πέρασε ὁ Συμεὼν κατάφερε νὰ διατηρήσει τὴν ἁγνότητά του, ὅπως μᾶς τὸ ὑπονοεῖ ὁ ἴδιος:
Θεέ μου, τὰς πράξεις δὲ τὰς μυσαρὰς Σὺ ἐκ τῆς καρδίας μου ἀπήλειψας, καὶ μῖσος ἐνεποίησας πρὸς ταῦτα τῇ ψυχῇ μου. Πρὸς ἔτι, φαίνεται ὅτι δὲν διέκοψε ὁλότελα τὶς σχέσεις του μὲ τὸν πνευματικό του πατέρα.
Οὐ γὰρ ἀπέστην ὁ ἀνάξιος τελείως ἐξ αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τὰ γινόμενα ἐξηγόρευον, εἰ καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ ὁ ἀσυνείδητος οὐκ ἐφύλαττον.
Στὶς ἐκτρωπές μας, στὴν ἁμαρτωλότητά μας, στὶς διασκεδάσεις μας εἶναι ἀνάγκη νὰ βάζουμε ὅρια – κόκκινες γραμμές – καὶ πρὸ πάντων νὰ μὴν ἀποκόπτουμε παντελῶς τὴν σχέσιν μας μὲ τὴν Ἐκκλησία.
(Προσοχὴ παρὰ τὶς πτώσεις, ἄς μὴν ἀπελπιζόμεθα καὶ νὰ κόβουμε τὸ νῆμα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ, τὸ καντήλι, καὶ ταῦτα γιὰ ὅλους, γιὰ νέους καὶ γονεῖς)
Τὴ δεύτερη καὶ ὁριστικὴ ἀπελευθέρωσή του ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ κακοῦ ὁ Συμεὼν τὴν ἀποδίδει σὲ μιὰ ἄμεση παρέμβαση τοῦ Θεοῦ.
Σὺ ὁ εὔσπλαγχνος καὶ φιλάνθρωπος Δεσπότης, σπλαχνισθείς με, ἐκ τοῦ βαθυτάτου ἐκείνου λάκκου μὲ ἐξήγαγες, καὶ μὲ προσήγαγες τῷ σῷ Πατρί, Χριστέ μου.
Ξεκίνημα-Καινούργια ζωή
Αὐτὴ ἡ θαυματουργικὴ ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὸν «βαθύτατον λάκκον» ἀντιστοιχεῖ στὴν ἀπόφαση τοῦ Συμεὼν νὰ ἐγκαταλείψει πιὰ ὁριστικὰ τὸν κόσμο καὶ νὰ γίνει μοναχὸς στὴν Ἱ.Μ. Στουδίου σὲ ἡλικία εἴκοσι ἑπτὰ ἐτῶν περίπου, ὅπου βρῆκε τὸν παλιό του πνευματικὸ πατέρα, τὸν Συμεὼν τὸν Εὐλαβῆ, καὶ ἔγινε ἀμέσως ὁ πιστὸς μαθητής του.
Ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Συμεὼν καὶ ἡ προσκόλησή του στὸν γέροντά του Συμεὼν τὸν Εὐλαβῆ, ὑπῆρξε ἀκατανόητη καὶ ἐδημιούργησε ἀντιδράσεις καὶ προβλήματα στὸ μοναστήρι.
Ἐκδιωχθεὶς ἐκ τῆς Ἱ.Μ. Στουδίου, μπῆκε ὡς δόκιμος στὸ γειτονικὸ μικρὸ μοναστῆρι τοῦ Ἁγίου Μάμαντος, ὅπου ἔγινε σύντομα μοναχός, χειροτονήθηκε ἱερέας καὶ μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια παραμονῆς, σὲ ἡλικία τριάντα ἑνὸς χρονῶν, τὸ 980, ἐκλέχθηκε ἡγούμενος ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τοῦ Ἁγίου Μάμαντος μὲ τὴ συγκατάθεση καὶ τοῦ πατριάρχη.
Ὁ Συμεὼν περιγράφει μὲ ζωντανὲς εἰκόνες τὸν ἐσωτερικό του δρόμο στὴν πνευματικὴ του ζωή, ὑπογραμμίζοντας πὼς μόνο ἡ προσωπικὴ συνάντηση μὲ τὸν Χριστό, ποὺ πραγματοποιεῖται στὴν κοινωνία μαζί Του, εἶναι ἡ πληρότητα στὴν πνευματικὴ ζωή. «- Ἐγώ εἰμὶ ὁ Θεὸς ὁ διὰ σὲ γεγονὼς ἄνθρωπος καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν ἀδελφός μου καὶ συγκληρονόμος μου καὶ φίλος μου».
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν βεβαιώνει ποικιλότροπα, πὼς αὐτὴ ἡ μυστικὴ ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ ἔγινε γι’ αὐτὸν στὴ συνέχεια, μιὰ κατάσταση μόνιμη, τὴν ὁποίαν τοῦ ἦταν τελείως ἀδύνατο νὰ κρατήσει μυστικὴ καὶ νὰ μὴν τὴν ἀποκαλύψη, ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον καὶ ἀπὸ τὴ μεγάλη του ἐπιθυμία νὰ κάνει ὅλο τὸν κόσμο μέτοχο αὐτῆς τῆς Χάριτος. Εἶναι σὰν τὸν ἅγιο Σιλουανὸ, ἕνας παγκόσμιος Ἅγιος καὶ τὸν καθιστᾶ «ζηλωτὴν μανικώτατον».
Ἀπὸ τότε ἄρχισε μὲ ἀσκητικὲς ἐργασίες: ἀποκοπὴ τοῦ ἰδίου θελήματος, ἄσκηση ταπείνωσης καὶ θερμὴ καὶ ἀδιάλειπτη προσευχὴ μαζὶ μὲ τὸν διακαὴ πόθο του ὅπως ὅλος ὁ κόσμος γίνῃ μέτοχος αὐτῆς τῆς Χάριτος καὶ μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, μεταμόρφωσε ὅλο του τὸ εἶναι, ὥστε νὰ γίνει ὁ «πτωχὸς φιλάδελφος» ποὺ καίγεται ἀπὸ τὸν πόθο νὰ φανερώσει τὴν «πηγὴ» καὶ πρὸς τοῦτο καλεῖ ὅλο τὸν κόσμο νὰ τρέξει νὰ βρεῖ τὴν πηγή, τὸν μόνο Ἐλεήμονα Κύριο καὶ Σωτήρα μας.
Ἀκόμη σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀμφισβητοῦν τὴ δυνατότητα τῆς προσωπικῆς κοινωνίας μὲ τὸν Χριστὸ σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή παραγγέλει καὶ παρακαλεῖ:
Ναί, ἀδελφοί μου, δράμετε ταῖς πράξεσι πρὸς Τοῦτον,
Μὴ λέγετε, ἀδύνατον λαβεῖν τὸ Θεῖον Πνεῦμα,
ἢ ὅτι καὶ ἀδύνατον ἐν τοῖς παρούσι χρόνοις!
Ἀλλὰ καὶ λίαν δυνατὸν τοῖς θέλουσιν ὑπάρχει,
καὶ καθαρὸν εἰργάσαντο τὸ τῆς διανοίας ὄμμα.
Σήμερα θὰ παρακολουθήσουμε τὸν ἅγιο Συμεὼν στὴ νέα του πορεία ὡς ἡγουμένου τῆς Μονῆς τοῦ ἁγίου Μάμαντος καὶ τὴν ἀγαπητικὴ καὶ σεβαστικὴ ἐπικοινωνία του – διδασκαλία του – στοὺς μοναχοὺς καὶ γενικώτερα στοὺς μαθητές του.
Στὴν ἐποχὴ τοῦ Συμεὼν ἡ μονὴ τοῦ Ἁγίου Μάμαντος ἦταν σὲ ἄθλια κατάσταση, μὲ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν κτισμάτων σὲ ἐρείπια.
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ἄρχισε ἀμέσως νὰ ξανακτίζει τὰ ἐρειπωμένα κτίρια. Μὲ ἔκπληξη ἔβλεπε κανεὶς μὲ πόση ἐπιτυχία, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς, εἶχε ἀναλάβει τὶς ἐργασίες αὐτὲς τῆς ὑλικῆς ἀνοικοδόμησης καὶ τῆς ὀργάνωσης.
Θεωρεῖ ἀπόλυτη προϋπόθεση γιὰ τὴν ὅποια πνευματικὴ ἀνακαίνιση τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη. Αὐτὴ τὴν ἄποψη τὴν ἐκφράζει ἡ πρώτη Κατήχηση «Περὶ Ἀγάπης» ποὺ ἐκφώνησε ὁ Συμεὼν κατὰ τὴν ἐκλογή του ὡς ἡγουμένου καὶ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ σὰν μιὰ ἔκθεση τοῦ προγράμματός του.
«Σπουδάσωμεν οὖν, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, (Ἀρχὴ ἀπὸ σήμερον καὶ ὅσες δυνάμεις ἔχομεν, ὑποφέρομεν πᾶσαν θλίψιν καὶ ὕβριν καὶ λοιδορίαν καὶ διαβολήν, διατιθέμενοι ἀμνησικάκως ἐν πᾶσῃ εὐχαριστία προσευχόμενοι ὑπὲρ αὐτῶν, ὥσπερ διὰ πάντων, οὕτω καὶ διὰ τῆς εἰς ἀλλήλους ἀγάπης θεραπεύειν τὸν Θεόν… εὐαγγελίζομαι ἡμῖν χαρὰν μεγάλην».
Ὅλος ὁ λόγος -ὅλη ἡ προσπάθειά του- ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ δείξει, πὼς ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα τῆς ἀγάπης. Τὸ ἐγκώμιο τῆς ἀγάπης παίρνει τὴ μορφὴ ἑνὸς θεόπνευστου ὕμνου πρὸς τὴν προσωποποιημένη Ἀγάπη.
Ὁ Συμεὼν προσπαθεῖ νὰ δημιουργήσει μὲ τοὺς μαθητές του προσωπικὲς πνευματικὲς σχέσεις καὶ ζητᾷ ἀδιάκοπα τὴ συνεργασία ὅλων «Παρακαλῶ, ἀδελφοί μου, ἀλλήλους διεγείροντες, πρὸς ζῆλον καὶ μίμησιν τοῦ καλοῦ, δράμωμεν σπουδαίως, σπεύσωμεν προθύμως».
Ὁ Συμεὼν γνώριζε πολὺ καλὰ τὶς δυσκολίες τῆς ἡγουμενίας του, τῆς ὅποιας εὐθύνης του, ἀλλὰ καὶ τὶς εὐθύνες τοῦ καθενὸς καὶ ζητοῦσε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ στηρίζει καὶ νὰ φωτίζει ὅλους.
Ὦ Θεέ μου, ... ἱκάνωσον τοῦ μακροθύμως φέρειν
πάντα πειρασμὸν καὶ λύπην τὴν τοῦ βίου.
Θέση δασκάλου καὶ ὁδηγοῦ ἔχουμε ὅλοι μας καὶ πάντοτε εὑρισκόμεθα στὴν θέση εἴτε τοῦ δασκάλου, τοῦ «ὑπερέχοντος», ὁπότε δέον νὰ διακονοῦμε μὲ εὐθύνη, εἴτε εὑρισκόμεθα στὴν θέση τοῦ μαθητοῦ, τοῦ διακονουμένου, ὁπόταν ἔχουμε ἀνάγκη γιὰ πνεῦμα μαθητείας, ἐνσυνείδητης ἐνεργοῦ ὑπακοῆς.
(Τὸ παράδειγμα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, τοῦ ἐγκεφάλου καὶ τῶν νεύρων τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν ἀγγείων).
Αὐτὸ ὅμως ποὺ κυρίως τὸν συνέχει εἶναι ἡ εὐθύνη γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀδελφῶν του
καὶ προσεύχεται ὅπως σωθεῖ μὲ τοὺς ἀδελφούς του.
Οὓς τέταγμαι ποιμαίνειν,
ἀκατακρίτως μετελθεῖν ἑνὸς ἑκάστου.
Καὶ τοῖς χοροῖς τῶν ἐκλεκτῶν, οἷς κρίμασι γινώσκεις,
συγκαταρίθμησον ὁμοῦ μετὰ τῶν μαθητῶν μου.
Ὁ Συμεὼν εἶναι βέβαιος πὼς ὁ Φιλάνθρωπος Θεὸς δὲν θὰ ἐγκαταλείψει κανέναν ἁμαρτωλό, ἂν στραφεῖ πρὸς τὸν Θεὸ χωρὶς «δισταγμὸν καρδίας»:, χωρὶς ἀμφιβολία διὰ τὴν θείαν βοηθείαν καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ γιὰ ὅλους καὶ ἰδιαιτέρως, γιὰ μετανοήσαντα ἁμαρτωλὸ (τὸ πρόβατον τὸ ἀπωλολός, ἡ ἀπωλεσθήσα δραχμή).
Στὴ διδασκαλία του ὁ Συμεὼν κήρυττε πάντα τὴν δυνατότητα τῆς μυστικῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Θεὸ καὶ στὴν παροῦσα ζωή, ἀλλὰ μὲ ἐπίγνωση ὅτι εἶναι ὁδὸς στενὴ καὶ τεθλιμμένη, σταυρὸς καὶ ἀσκητικοὶ ἀγῶνες.
Ὁ Συμεὼν δὲν ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς ἀσκητικοὺς συγγραφεῖς ποὺ ὅπως καὶ ἐκεῖνοι τονίζει κι αὐτὸς τὴν ἀναγκαιότητα σκληρῆς δουλειᾶς καὶ ἀγῶνα πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπόκτηση τῶν πνευματικῶν δωρεῶν.
Ὁ Συμεὼν δηλώνει πὼς ἀρχίζουμε νὰ συμμετέχουμε στὴν ἀνάσταση, ἤτοι στὴ θεία χάρη, στὴν αἴσθησιν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἤδη ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο (ἀπεντεῦθεν ἤδη). Ἤδη ἀπὸ δῶ ἀρχίζουμε νὰ ἔχουμε αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.
Μιὰ διδασκαλία σὰν κι αὐτὴ ἔχει μιὰ ξέχωρη θέση μέσα στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι καὶ ἐμπνευσμένη ἀπὸ τὰ παλαιὰ πνευματικὰ ρεύματα, ὅπως ἀπὸ τὶς Πνευματικὲς Ὁμιλίες τοῦ ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου.
Ὁ τρόπος ὅμως ποὺ παρουσιάσθηκε ἀπὸ τὸν Συμεὼν φαινόταν ἀσυνήθιστος καὶ καινούργιος γιὰ τὴν ἐποχή του.
Ἡ ἴδια ἡ προσωπικότητα τοῦ Συμεών, ὁ χαρακτήρας καὶ ἡ ἐμπειρία του, μᾶς δίνουν τὸ καλύτερο κλειδὶ γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὰ πρωτότυπα χαρακτηριστικά τῆς πνευματικῆς του διδασκαλίας. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά του εἶναι ὁ συνδυασμὸς ἑνὸς ζωντανοῦ συναισθήματος τῆς δικῆς του ἀναξιότητας μὲ τὴν καθαρὴ συνείδηση τῆς εὐθύνης του ὡς ἡγουμένου, καὶ γενικώτερα ὡς ὑπευθύνου, νὰ διδάξει στοὺς μαθητές του καὶ τοὺς ὅποιους ἀκροατές του, τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ.
«Λύπη μὲ κατέχει, ὅτι προκριθείς ὁδηγεῖν ὑμᾶς τοὺς τιμιωτάτους ἐγὼ ὁ ταπεινὸς, οὓς ἔχειν αὐτὸς ὁδηγοὺς μᾶλλον ὤφειλον. Ἀλλὰ δέομαι καὶ παρακαλῶ πάντας ὑμᾶς, μὴ εἰς τὸν διακεχυμένον μου βίον ὁρᾶν, ἀλλ’ εἰς τὰ τοῦ Κυρίου προστάγματα καὶ εἰς τὰς τῶν πατέρων ἡμῶν διδασκαλίας».
Ἐγὼ μὲν καὶ τῇ ψυχῇ καὶ τῷ σώματι ἐκ πλημμελοῦς καὶ ρᾳθύμου προαιρέσεως τὲ καὶ διαθέσεως ἀεὶ ἀσθενῶν, σιωπᾶν ἐβουλόμην καὶ μόνα τὰ κατ’ ἐμαυτὸν ἐπισκέπτεσθαι.
Ὅσο ὅμως κι ἂν αἰσθανόταν ἀνάξιος, ὁ Συμεὼν κρίνει ἀναγκαῖο νὰ διευκρινίσει γιατί ἀναγκάζεται νὰ τοὺς ἀπευθύνει τὸ λόγο, καὶ νὰ ἐξηγήσει γιατί στὴ διδασκαλία του μιλάει τόσο συχνὰ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὶς ἐμπειρίες του.
Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες, ἔδει μὲν μὴ τολμᾶν μὲ πρὸς ὑμᾶς ὅλως φθέγγεσθαι, μηδὲ διδασκάλου τάξιν ἐπέχειν ἐνώπιον τῆς ἀγάπης ὑμῶν· ἀλλ’ ἐπεὶ πὲρ ἐπίστασθε ὅτι, ὥσπερ τὸ ὑπὸ τοῦ τεχνίτου κατασκευασθὲν ὄργανον οὒχ ὅταν ἐκεῖνο βούληται, ἀλλ’ ὅταν ὑπὸ τοῦ πνεύματος κρούηται (ὄργανον ὁ Συμεὼν, Μουσικὸς τὸ Πανάγιον Πνεῦμα).
Ὁ Συμεὼν φαίνεται σὲ ὅλες του τὶς ὁμιλίες καὶ σὲ ὅλα του τὰ ἔργα ἕνας αὐθεντικὸς πνευματικὸς πατέρας, ποὺ ἀγαπᾷ ὑπερβολικὰ τὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ εἶναι ἕτοιμος νὰ θυσιάσει τὰ πάντα γιὰ τὴ σωτηρία τους.
Ἀνάμεσα στὸ λαὸ τῆς Κων/πόλεως ὁ Συμέων γινόταν ὅλο καὶ πιὸ πολὺ γνωστός. Σχηματίστηκε πέριξ αὐτοῦ μιὰ ὁμάδα μαθητῶν πιστῶν καὶ ἀφοσιωμένωνΠολλὰ σημαντικὰ πρόσωπα τὸν ἐπισκέπτονταν ἀναζητώντας πνευματικὴ καθοδήγηση. Αὐτὲς ὅμως οἱ ἐπιτυχίες εἶχαν καὶ τὰ ἀναποδογυρίσματά τους. Ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ποὺ προσελκύστηκαν κοντά του ἀπὸ τὰ φλογερὰ κηρύγματα καὶ τὴν ἁγιότητά του, ὑπῆρξαν καὶ μερικοὶ ποὺ ἐσκανδαλίσθησαν, ποὺ ἔδειξαν στὴ συνέχεια δείγματα παραπόνου, ἀστάθειας καὶ ἀπείθειας.
Φοβοῦμαι μὴ συμπνιγῆτε τῷ κόσμῳ καὶ ἀπατηθέντες Χριστῷ ψεύσησθε, ὅπερ φρίττω ἐννοῶν καὶ ἐξίσταμαι. Καὶ τοῦτό ἐστι τῆς ἐμῆς ψυχῆς ἡ δαπάνη καὶ οὐκ ἐᾷ μὲ ἀναπαυθῆναι ἢ χαρῆναι.
Ἡ ἐπιμονὴ τοῦ Συμεὼν νὰ θέλει νὰ ἀκολουθεῖ τοὺς παλαιοὺς Πατέρες στὴ μυστική τους πορεία φαινόταν σὲ πολλοὺς σὰν μιὰ ἀπαίτηση πολὺ ὑπερβολική. Ἀντίθετα ὅμως γιὰ τὸν Συμεὼν αὐτὸ ἀποτελοῦσε ἕναν ἀπαράβατο ὅρο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Πίστευε πὼς ἡ πιὸ ἐπικίνδυνη αἵρεση ἦταν νὰ νομίζει κανεὶς πὼς ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει στὸ κάθε παρὸν τὴν ἴδια πληρότητα χαρισμάτων, ποὺ εἶχε στοὺς παλαιοὺς χρόνους. Κατὰ συνέπεια, αὐτὰ τὰ χαρίσματα εἶναι πάντα ἐξασφαλισμένα καὶ σήμερα, ὅπως καὶ ἐχθές, σὲ ὅσους τὰ ἀναζητοῦν μὲ ταπείνωση καὶ πνεῦμα θυσίας.
Ἀλλὰ περὶ ἐκείνων λέγω, τοὺς λέγοντας μὴ εἶναι τινὰ ἐν τοῖς καθ’ ἡμᾶς χρόνοις καὶ ἐν μέσῳ ἡμῶν τὸν δυνάμενον φυλάξαι τὰς εὐαγγελικὰς ἐντολὰς καὶ κατὰ τοὺς ἁγίους γενέσθαι πατέρας. Οἱ τοίνυν τοῦτο ἀδύνατον εἶναι λέγοντες οὐ μερικὴν τινὰ αἵρεσιν κέκτηνται, ἀλλὰ πάσας. Ἄνθρωποι γὰρ ὑπῆρχον κακεῖνοι, ὡς καὶ ἡμεῖς, καὶ οὐδὲν πλεὸν ἡμῶν ἐκέκτηντο πλὴν ταπείνωσιν καὶ ἀγάπην πρὸς τὸν Θεόν. Ταῦτα τοιγαροῦν κτῆσαι καὶ αὑτός, καὶ γενήσεταί σοι πηγὴ δακρύων ἡ νυνὶ πετρώδης ὑπάρχουσα ψυχή. Εἰ δὲ σὺ μὴ θέλεις θλιβῆναι καὶ στενοχωρηθῆναι, μὴ λέγε κὰν τὸ πρᾶγμα εἶναι ἀδύνατον.
Ἡ συχνὴ ἀναφορὰ τοῦ Συμεὼν στὰ πνευματικὰ δάκρυα σὰν μέσο ἀπαραίτητο γιὰ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς καὶ στὴ συνέχεια τῆς θέας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἑνώσεως μὲ Αὐτόν, προκαλοῦσε ἰδιαίτερα τὴν εἰρωνία καὶ τὴν ἐχθρότητα αὐτῶν ποὺ διαφωνοῦσαν. Ὁ ἴδιος δηλώνει πὼς τὸ χάρισμα τῶν δακρύων δίνεται σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸ ἀναζητοῦν πραγματικὰ καὶ συμπληρώνει ὅτι ἡ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ ἡ δυσκολία στὸ νὰ ἔρθουν δάκρυα δὲν εἶναι χαρακτηριστικὰ ὁρισμένων ἐκ φύσεως, ἀλλὰ προέρχονται ἀπὸ ἀμέλεια καὶ πνευματικὴ νωθρότητα.
Ἄνευ γὰρ ὕδατος ἀμήχανον ἐκπλυθῆναι τὸ ρερυπωμένον ἱμάτιον, καὶ δίχα δακρύων ἀμηχανέστερον ἀποπλυθῆναι καὶ καθαρθῆναι κηλίδων καὶ μολυσμῶν τὴν ψυχήν. Μὴ προφασιζώμεθα προφάσεις ψυχοβλαβεῖς καὶ ματαίας, ἀλλ’ ἐκζητήσωμεν τὴν βασιλίδα ταύτην τῶν ἀρετῶν (τὴν κατάνυξιν) ὁλοψύχως...
Στὰ παραπάνω ἀποσπάσματα μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε τὸ πέρασμα, μὲ τρόπο πολὺ φυσικό, ἀπὸ τὶς ἀσκητικὲς συμβουλὲς στὶς ὑψηλὲς πνευματικὲς καταστάσεις. Μιὰ παρόμοια ὀργανικὴ σύζευξη θεμάτων ἀσκητικῆς μὲ θέματα μυστικὰ εἶναι συνηθισμένη στὴ διδασκαλία τοῦ Συμεών. Ποτὲ δὲν παρέλειπε νὰ ὑποδεικνύει τὴν ἀναγκαιότητα τῆς ἀσκητικῆς προετοιμασίας, γι’ αὐτὸν ὅμως τὸ σημαντικότερο ἦταν ὁ μυστικὸς καρπὸς τοῦ Πνεύματος. Καταλαβαίνει κανείς, ὅτι αὐτὸς ὁ τονισμὸς τῆς μυστικῆς ἐμπειρίας ἦταν ἐκεῖνο ποὺ προκαλοῦσε σὲ πολλοὺς τὸ ἀκατανόητο μέχρις ἐχθρότητος.
Οὕτω μὲ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ κινεῖ πρὸς ὑμᾶς τοὺς ἐμοῦς πατέρας καὶ ἀδελφοὺς ἀποκαλύψαι τὴν ἄφατον πρὸς ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ ἀγαθότητα καὶ ἀγάπην.
Μὴ τί κατακρίνατε, ὡς μεγαλορρημονοῦντας ἡμᾶς; Ἐγὼ δὲ παρακαλῶ τὴν ἀγάπην ὑμῶν, ἵνα μηδεὶς τῷ τοιούτῳ κρίματι ἐπιμείνῃ.
Παρὰ τὴν ἀντίθεσιν ποὺ συναντοῦσε, ὁ Συμεὼν ἐξακολουθοῦσε νὰ καλεῖ ὅσους ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγησή του, σὲ μιὰ ἀνώτερη πνευματικὴ ζωή, ποὺ νὰ φτάνει μέχρι τὸν θεῖο φωτισμό· αὐτὸ ἦταν τὸ καθῆκον του ὡς ἡγουμένου - ὡς πνευματικοῦ καὶ ἡ εὐθύνη του ἀπέναντι στὸν Θεό.
Ὄντας ὁ ἴδιος ἕνας μεγάλος μυστικὸς καὶ μετέχοντας στὰ πλουσιοπάροχα δῶρα τῆς Χάρης κατεχόταν ἀπὸ μεγάλη ἐπιθυμία νὰ γίνουν καὶ οἱ ἄλλοι κοινωνοὶ στὰ ἴδια θεῖα χαρίσματα. Ἴσως ἔχανε τὴν ὑπομονή του, ὅταν διαπίστωνε πὼς οἱ ἄλλοι δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ τὸν ἀκολουθήσουν. Εἶναι ἀλήθεια πὼς γιὰ πολλοὺς ἡ πνευματική του πορεία γιὰ τὴ θέα τοῦ Θεοῦ ἤδη ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, φαινόταν σὰν ἕνα «φορτίο δυσβάστακτο». Παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ ἅγιος Συμεὼν γεμάτος ἀπὸ ἀγάπη, ποὺ σταυρώνεται γιὰ τὴ σωτηρία τῶν παιδιῶν του, ἦταν καὶ παραμένει ἕνας μεγάλος πνευματικὸς ἀναμορφωτής. Στὸ πρόσωπό του καὶ στὰ ἔργα του τὸ θεωρητικὸ καὶ ἀναχωρητικὸ ρεῦμα τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας ἑνώνεται ὀργανικὰ μὲ τὴν κοινοβιακὴ καὶ πρακτικὴ παράδοση. Ἡ φλογερὴ ἀγάπη του καὶ ἡ μέριμνα γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀδελφῶν του, ἡ φροντίδα του νὰ τοὺς κάνει μετόχους τῶν ἰδίων δωρεῶν τῆς Χάρης ποὺ εἶχε δεχτεῖ ὁ ἴδιος, δὲν τοῦ ἐπέτρεψαν νὰ διαλέξει καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὴν ἀποτραβηγμένη καὶ σιωπηλὴ ζωὴ τοῦ «ἡσυχαστοῦ», ἀλλὰ τὸν ὁδήγησαν σὲ μιὰ ζωὴ δράσεως. Ἡ ἐπίμονη μέριμνα γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τῶν ἄλλων εἶναι ἡ αἰτία ὅλων τῶν δυσκολιῶν ποὺ συνάντησε μὲ τὴν ἰδιότητά του ὡς ἡγουμένου. Κι αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ μέριμνα εἶναι ἐκείνη ποὺ τὸν ἔκανε, ὅπως μᾶς τὸ λέει ὁ ἴδιος στὴν Κατήχηση ποὺ ἀναφέρουμε πιὸ πάνω, «ζηλωτὴν μανικώτατον».
Διασκευὴ ἀπὸ τὸ βιβλίο «Μέσα στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ»
Ἐπιμέλεια κειμένου: π. Γεωργίου Καλαντζῆ